- ἀνέκαμψε
- ἀνακάμπτωbend convexlyaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μονεταρισμός — Οικονομική θεωρία και η οικονομική πολιτική που προκύπτει από αυτήν (ο όρος προκύπτει από την αγγλική λέξη monetary, νομισματικός). Δίνει έμφαση στην προσφορά χρήματος και τον τρόπο που επιδρά σε μια οικονομία, ειδικότερα στις τιμές, την παραγωγή … Dictionary of Greek
κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης … Dictionary of Greek
μαφία — (Mafia). Δίκτυο παράνομων εγκληματικών οργανώσεων, σικελικής προέλευσης. Η ετυμολογία της λέξης μ. είναι αβέβαιη· πιθανολογείται ότι προέρχεται από την αραβική λέξη μέχια = καυχησιολογία, η οποία σημαίνει στην κυριολεξία νταηλίκι, κομπασμός. Όπως … Dictionary of Greek
Κάντανος ή Κάνδανος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 420 μ., 564 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σελίνου του νομού Χανίων. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του νομού, 57 χλμ. ΝΔ της πόλης των Χανίων. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Την εποχή της τουρκοκρατίας ο οικισμός… … Dictionary of Greek
Κόπολα, Φράνσις Φόρντ — (Francis Ford Coppola, Ντιτρόιτ 1939 –). Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός του κινηματογράφου. Σπούδασε θέατρο στη Νέα Υόρκη και κινηματογράφο στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA). Σκηνοθέτησε την πρώτη του… … Dictionary of Greek
Μεσολόγγι — Πόλη (υψόμ. 3 μ., 12.225 κάτ.) της δυτικής Στερεάς Ελλάδος, πρωτεύουσα του νομού Αιτωλοακαρνανίας και έδρα του ομώνυμου δήμου. Η πόλη, χτισμένη σε έναν προσχωσιγενή βραχίονα που σχηματίζεται ανάμεσα στη λιμνοθάλασσά του και στη λιμνοθάλασσα της… … Dictionary of Greek
Μεσσήνη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κατά μία εκδοχή ήταν κόρη του μυθικού βασιλιά του Άργους, Τριόπα, γιου του Φόρβα, ενώ σύμφωνα με κάποια άλλη ήταν κόρη του Φόρβα και της Εύβοιας και αδελφή του Τριόπα. Παντρεύτηκε τον Πολυκάονα, δευτερότοκο γιο του βασιλιά… … Dictionary of Greek
'νέκαμψ' — ἀνέκαμψα , ἀνακάμπτω bend convexly aor ind act 1st sg ἀνέκαμψε , ἀνακάμπτω bend convexly aor ind act 3rd sg ἐνέκαμψα , ἐγκάμπτω bend in aor ind act 1st sg ἐνέκαμψε , ἐγκάμπτω bend in aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)